Αξίζει να σημειωθεί η επιτηδευμένη ισοδυναμία που υπονοείται στη διατύπωση της συμφωνίας Τραμπ-Πούτιν για περιορισμένη εκεχειρία στις ενεργειακές υποδομές. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί το Κρεμλίνο δίνει την εντύπωση ότι οι δύο πλευρές βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο ευθύνης, σαν η Ουκρανία και η Ρωσία να χτυπούσαν εξίσου τις ενεργειακές υποδομές.
Στην ανακοίνωσή του, το Κρεμλίνο αναφέρει ότι ο Τραμπ πρότεινε «να απέχουν αμοιβαία οι πλευρές της σύγκρουσης από επιθέσεις σε ενεργειακές υποδομές για 30 ημέρες». Το μεγάλο ψέμα σε αυτή τη διατύπωση είναι ότι η Ρωσία ισχυρίζεται εδώ και καιρό –ψευδώς– πως δεν στοχεύει ενεργειακές υποδομές που τροφοδοτούν αμάχους.
Τον προηγούμενο μήνα, στις διμερείς συνομιλίες στη Ριάντ, ο Ρώσος ΥΠΕΞ Σεργκέι Λαβρόφ ισχυρίστηκε ότι η Μόσχα «ποτέ δεν απείλησε τα συστήματα που τροφοδοτούν τους πολίτες με ρεύμα» και ότι «μόνο οι εγκαταστάσεις που εξυπηρετούν άμεσα τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις ήταν στόχοι μας».
Η πραγματικότητα των ρωσικών επιθέσεων
Η πραγματικότητα, όμως, είναι διαφορετική και αδιαμφισβήτητη. Η Ρωσία χρησιμοποιεί τις επιθέσεις στο ενεργειακό δίκτυο της Ουκρανίας ως στρατηγικό όπλο εδώ και μήνες.
Ανήμερα των Χριστουγέννων, μια μαζική ρωσική αεροπορική επίθεση με πυραύλους κρουζ κατέστρεψε ενεργειακές εγκαταστάσεις σε όλη την Ουκρανία. Ο Ζελένσκι την χαρακτήρισε «απάνθρωπη». Μισό εκατομμύριο άνθρωποι στη Χάρκοβο έμειναν χωρίς θέρμανση, ενώ στο Κίεβο και σε άλλες περιοχές σημειώθηκαν εκτεταμένα μπλακ άουτ.
Πριν από μία εβδομάδα, η Μόσχα εξαπέλυσε ολονύχτιες επιθέσεις σε ουκρανικές ενεργειακές και πετρελαϊκές εγκαταστάσεις. Χρησιμοποίησε σχεδόν 70 πυραύλους κρουζ και βαλλιστικούς πυραύλους, καθώς και σχεδόν 200 επιθετικά drones για να πλήξει υποδομές σε Οδησσό, Πολτάβα και άλλες περιοχές.
Ο Ζελένσκι τότε κατήγγειλε ότι «όλα αυτά είχαν ως στόχο την υποδομή που διασφαλίζει την κανονική ζωή».
Το Κίεβο, βλέποντας τη Ρωσία να χρησιμοποιεί τις ενεργειακές επιθέσεις ως όπλο πολέμου, έχει επιδείξει αυξανόμενη διάθεση να ανταποδώσει χτυπώντας εγκαταστάσεις καυσίμων και ενέργειας στη Ρωσία. Ωστόσο, η συμφωνία που διαπραγματεύτηκε ο Τραμπ τοποθετεί την Ουκρανία στην ίδια κατηγορία με τον επιτιθέμενο.
Ουσιαστικά, ο Τραμπ χαρίζει στον Πούτιν μια επικοινωνιακή νίκη:
Η Ρωσία εμφανίζεται ως ίση πλευρά σε μια σύγκρουση όπου στην πραγματικότητα είναι ο επιτιθέμενος. Η Ουκρανία αφοπλίζεται από ένα στρατηγικό εργαλείο που χρησιμοποιούσε για να πλήξει τη ρωσική πολεμική μηχανή. Ο Πούτιν αγοράζει χρόνο, την ώρα που συνεχίζει τις επιθέσεις του με drones και πυραύλους.
Αν κάτι επιβεβαιώνει αυτή η συμφωνία, δεν είναι η βούληση του Τραμπ να επιβάλει ειρήνη. Είναι η ικανότητα του Πούτιν να τον χειραγωγεί, καθιστώντας τον διπλωματικό εργαλείο της Μόσχας.