Δεν πρόκειται απλώς για μια μάχη κατά του λαϊκισμού, ούτε για μια σύγκρουση με μία δράκα ψεκασμένων και λογής ακραίων. Αυτό που αναδύεται μοιάζει να είναι μια υπαρξιακή απειλή για το φιλελεύθερο οικοδόμημα της Ευρώπης.
Του Λουκά Βελιδάκη
Ένα φάντασμα πλανάται πάνω από την Ευρώπη – το φάντασμα του Τραμπισμού. Όχι ως αμερικανικό εξαγώγιμο προϊόν, αλλά ως εγχώριο πολιτικό υβρίδιο: ακροδεξιό, υπερεθνικιστικό, αντιφιλελεύθερο, σαν βάδισμα που αφήνει ίχνη λάσπης πάνω στο ευρωπαϊκό έδαφος.
Ο Σιμιόν στη Ρουμανία, ο Βεντούρα στην Πορτογαλία, ο Ναβρότσκι στην Πολωνία δεν είναι γραφικές εξαιρέσεις. Είναι τα προειδοποιητικά σημάδια μιας μετατόπισης. Δεν κέρδισαν (ακόμα), αλλά ήδη κερδίζουν κάτι πιο επικίνδυνο: κανονικότητα.
Ο πολιτικός ανορθολογισμός και η χυδαία αισθητική κανονικοποιούνται.
Στη Ρουμανία, ο αυτοαποκαλούμενος «υποψήφιος του Τραμπ» έφτασε στο 46%. Στην Πορτογαλία, ένα κόμμα που πριν από τρία χρόνια δεν υπήρχε, διεκδικεί τώρα τη δεύτερη θέση. Στην Πολωνία, η άκρα δεξιά συγκεντρώνει ποσοστά-ρεκόρ, πιέζοντας ακόμα και μετριοπαθείς υποψηφίους να υιοθετήσουν ρητορική κατά των προσφύγων και των ΛΟΑΤΚΙ.
Όλα αυτά συμβαίνουν ταυτόχρονα, σε χώρες διαφορετικές, αλλά με κοινό το υπόστρωμα της δυσαρέσκειας και του φόβου.
Πέρα από τις προσωπικότητες, η ουσία βρίσκεται στη δυναμική:
Στην Πολωνία, δύο ακροδεξιοί υποψήφιοι, ο Μέντσεν και ο Μπράουν, συγκέντρωσαν 21%, με ατζέντα ανοιχτά ξενοφοβική και αντισημιτική.
Στην Πορτογαλία, τα δεξιά κόμματα ελέγχουν πλέον τα 2/3 της Βουλής – πρώτη φορά από την πτώση της δικτατορίας.
Στη Ρουμανία, οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις απέτυχαν να φτάσουν καν το 20% στον πρώτο γύρο.
Αυτό που διαμορφώνεται δεν είναι απλώς ένα νέο πολιτικό τοπίο, αλλά μια εν εξελίξει φθορά του ευρωπαϊκού οικοδομήματος από μέσα, με πρωταγωνιστές τραμπό–πουτινικούς δούρειους ίππους, που δεν χρειάζεται καν να κρύβονται.
Τι μας δείχνει η στιγμή; Ότι υπάρχει εκλογική πελατεία για «λιγότερη Ουκρανία», για «περισσότερη εθνική καθαρότητα», για «λιγότερο woke» (μια καραμέλα που καλύπτει την επίθεση στα δικαιώματα), για περιφρόνηση του κράτους δικαίου, για αισθητική της επιθετικότητας, του μάτσο, της τεστοστερόνης και του «αντισυστημικού» με χοντρές τσέπες που πείθει ότι είναι η φωνή του λαού.
Ήδη βλέπουμε μετατοπίσεις του λόγου προς τα δεξιά, αποδοχή της ακροδεξιάς ως «συνομιλητή», φλερτ των κεντροδεξιών με τις αντιφιλελεύθερες ψήφους. Η φιλελεύθερη δημοκρατία στην Ευρώπη δεν απειλείται απλώς – πιέζεται όλο και περισσότερο από μέσα.
Δεν πρόκειται απλώς για μια μάχη κατά του λαϊκισμού, ούτε για μια σύγκρουση με μία δράκα ψεκασμένων και λογής ακραίων. Αυτό που αναδύεται μοιάζει να είναι μια υπαρξιακή απειλή για το φιλελεύθερο οικοδόμημα της Ευρώπης.
Και τα καμπανάκια ηχούν δαιμονισμένα.