Ο τραμπισμός, όπως ο φασισμός, επιδιώκει την ομοιομορφία και απαιτεί την προσωπολατρία.
Πολιτική και ιστορική αποτίμηση του φαινομένου Τραμπ και των χαρακτηριστικών που τον φέρνουν κοντά στον φασισμό.
Γράφει η Σώτη Τριανταφύλλου
Δημοσκόπηση που διενεργήθηκε τον Οκτώβριο του 2024 από το ABC News και την Ipsos έδειξε ότι, μεταξύ των υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, το 49% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων θεωρούσε τον Ντόναλντ Τραμπ «φασίστα»· το 18% έδινε τον ίδιο χαρακτηρισμό στην Κάμαλα Χάρις· το 32% δεν θεωρούσε κανέναν φασίστα· ενώ το υπόλοιπο 1% δεν απαντούσε. Σε μεταγενέστερη έρευνα του Public Religion Research Institute (Απρίλιος 2025), στην οποία δεν χρησιμοποιήθηκε ο όρος «φασίστας», το 51% χαρακτήρισε τον Τραμπ «επικίνδυνο δικτάτορα» που απειλεί τη δημοκρατία. Αυτή είναι εν ολίγοις η πρόσληψή του από την αμερικανική κοινή γνώμη: σχεδόν οι μισοί πολίτες είτε αδιαφορούν για τα φασιστικά του χαρακτηριστικά, είτε τα αποδέχονται — με ή χωρίς την αποδοχή του ίδιου του όρου.
Φασιστικά χαρακτηριστικά στην ηγεσία Τραμπ
Ηγέτες όπως ο Τραμπ έχουν κατά καιρούς χαρακτηριστεί «αυταρχικοί λαϊκιστές», «χαρισματικοί» (κατά τη βεμπεριανή έννοια) ή και «φασίστες». Αυτοί οι τρεις χαρακτηρισμοί συγκλίνουν μέσω της αντίθεσής τους προς τη φιλελεύθερη δημοκρατία, τη διάκριση των εξουσιών, την ισονομία, τις διεθνείς συνεργασίες και τις ισορροπίες του κράτους δικαίου. Συχνά μάλιστα αποδίδονται σε πρόσωπα με πιο έκδηλες και θεαματικές νευρωτικές εκδηλώσεις απ’ ό,τι ο μέσος πολιτικός.
Αν δεχτούμε ότι ο φασισμός υπήρξε αποκλειστικά ευρωπαϊκό φαινόμενο του 20ού αιώνα —στη στενή του έννοια το καθεστώς του Μουσολίνι, και ευρύτερα ο ναζισμός του Χίτλερ και ο φαλαγγισμός του Φράνκο—, ο όρος δεν μπορεί να αποδοθεί σε σύγχρονους ηγέτες. Αν όμως εστιάσουμε στις ιδεολογικές και πολιτικές σταθερές του φασισμού —ακραίος εθνικισμός, ιεραρχικότητα, αποκλεισμός και στοχοποίηση κοινωνικών ομάδων, προσωπολατρία, εξύμνηση της ισχύος και των στρατιωτικών συμβόλων—, τότε πράγματι διακρίνουμε φασιστικά στοιχεία στον λόγο, στο ύφος ηγεσίας και στην προσωπικότητα του Ντόναλντ Τραμπ.
Αυτά τα στοιχεία αναδείχθηκαν με ιδιαίτερη ένταση στις 6 Ιανουαρίου 2021, όταν οπαδοί του εισέβαλαν στο Καπιτώλιο, διακόπτοντας τη συνεδρίαση επικύρωσης του εκλογικού αποτελέσματος. Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε ήδη ισχυριστεί (ψευδώς) ότι οι εκλογές ήταν «κλεμμένες» και είχε καλέσει τους οπαδούς του σε κινητοποίηση. Η ψευδολογία, η περιφρόνηση των δημοκρατικών θεσμών και η υποδαύλιση της βίας ανέδειξαν όχι απλώς έναν αμόρφωτο και χυδαίο δημαγωγό, αλλά και έναν εξτρεμιστή που ενεργεί ως επίδοξος δικτάτορας, αδιαφορώντας για τα ατομικά δικαιώματα και χρησιμοποιώντας απειλές και βία κατά των αντιπάλων του. Αλλά, καθώς εντεινόταν η συζήτηση για τις ιδεολογικές συγγένειες του Ντόναλντ Τραμπ με τον φασισμό, έρευνα της YouGov έδειξε ότι το 25% των ερωτηθέντων θα στήριζε πολιτικό υποψήφιο ακόμα κι αν αυτός έτρεφε συμπάθεια για τον Χίτλερ. Με λίγα λόγια, η ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας, η ρητορική ισχύος, οι σπασμωδικές αντιδράσεις απέναντι στην κριτική και οι επιθετικές χειρονομίες (όπως η σηκωμένη γροθιά) δεν προκαλούν, προς το παρόν, διαμαρτυρίες που να ακούγονται. Όπως κάποτε ο Μουσολίνι, έτσι και ο Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται να έχει υπνωτίσει τα στρώματα της υπαίθρου και τον επιχειρηματικό κόσμο. Όσοι αντιτίθενται στην εξουσία του στρατιωτικο-βιομηχανικού συμπλέγματος, όπως ο έκανε ο στρατηγός Mark Milley, περιθωριοποιούνται· «πέφτουν σε δυσμένεια» — ένα φαινόμενο σύμφυτο με τα ολοκληρωτικά καθεστώτα και κόμματα.
MAGA και ιδεολογική υπνωτιστική δύναμη
Στο μεταξύ, παραστρατιωτικές ομάδες όπως οι Oath Keepers, οι Proud Boys και οι Three Percenters λειτουργούν ως τα αμερικανικά ανάλογα των πολιτικών πολιτοφυλακών του Μεσοπολέμου, εντασσόμενες στο πλαίσιο ενός «αμερικανικού squadrismo», που αντλεί νομιμοποίηση από την παράδοση των ένοπλων κοινοτικών εθελοντισμών. Η εξύμνηση της βίας, ο εναγκαλισμός ναζιστικών οργανώσεων, νοσταλγών του Νότου και συνωμοσιολόγων, συνοδεύονται από ρητορική περί «αναγέννησης» (MAGA), περί «δηλητηρίασης» του έθνους από ξένα στοιχεία και περί αμερικανικής ανωτερότητας έναντι αλλοδαπών εθνών και ηγετών. Η μόνη ουσιαστική απόκλιση από τις νεοναζιστικές συμμορίες (Stormfront, ΚΚΚ, Blood Tribe κ.ά.) είναι η φιλοϊσραηλινή στάση της προεδρίας και οι σχέσεις της με ισλαμικά κράτη όπως η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ. Με λίγα λόγια, ο Ντόναλντ Τραμπ έχει συγκροτήσει ένα πολιτικό και αισθητικό ρεύμα που παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες με τον φασισμό: η περιφρόνησή του για τη δημοκρατία, ο ακραίος αυταρχισμός του, ο απλοϊκός και χυδαίος λόγος του, η κινησιολογική του μανιέρα θυμίζουν τον Μουσολίνι. Η τακτική του —ψευδείς ειδήσεις, μισές αλήθειες, προσωπικές επιθέσεις, ξενοφοβία, ρατσισμός, εκμετάλλευση φόβων και ανασφαλειών— αποσκοπεί στην καλλιέργεια μιας συνθήκης έκτακτης ανάγκης, στην οποία η δημοκρατία καθίσταται περιττή. Ωστόσο, ο τραμπισμός αποκλίνει από τον φασισμό ως προς την οικονομική του θεώρηση: δεν προβάλλει τον Τρίτο Δρόμο ή τον κορπορατισμό, αλλά μια νεοφιλελεύθερη λογική laissez-faire με πλουτοκρατικό στόχο, ταυτίζοντας τον πλούτο με την αξιοκρατία.
Προσωπολατρία, ρητορική βίας και σύγχρονη προπαγάνδα
Η τραμπική ιδεολογία συνιστά μείγμα κοινωνικού δαρβινισμού και ακραίου οικονομικού φιλελευθερισμού, χωρίς στέρεο θεωρητικό υπόβαθρο. Η ροπή προς τον αυταρχισμό είναι κυρίως ενστικτώδης και βασίζεται σ’ έναν τεχνητό διχασμό: από τη μία, η απειλή μιας «εσωτερικής ανατροπής» από τους woke και τους Antifa· από την άλλη, εξωτερικοί εχθροί που μεταβάλλονται κατά περίπτωση. Εχθροί δεν θεωρούνται ούτε το πολιτικό Ισλάμ ούτε η Ρωσία, αλλά κυρίως μετανάστες, «άθεοι», ομοφυλόφιλοι, «διεφθαρμένοι γραφειοκράτες», «τρελοί αριστεροί ριζοσπάστες» και εκπρόσωποι του Τύπου που βγάζουν γλώσσα. Ο τραμπισμός, όπως ο φασισμός, απαιτεί ομοιομορφία και προσωπολατρία· ο εορτασμός των γενεθλίων του προέδρου ήταν ένα θλιβερό, φασιστικό θέαμα με την αρρενωπή, ναρκισσιστική, «γραφική» παρουσία του —που θυμίζει περισσότερο τον Χέρμαν Γκέρινγκ— να υπερκαλύπτει την ένδεια των επιχειρημάτων του. Κατά καιρούς ο ίδιος έχει εκφραστεί θετικά για τον Μουσολίνι και τον Χίτλερ, παρότι φαίνεται να αγνοεί βασικά ιστορικά δεδομένα. Σύμφωνα με άτομα του περιβάλλοντός του, έχει διαβάσει αποσπάσματα από τις ομιλίες του Χίτλερ και διατηρεί σχέσεις με αρνητές του Ολοκαυτώματος και πρόσωπα της alt-right και της χριστιανικής ακροδεξιάς, που τον καθοδηγούν στο «φασιστικό ύφος». Μέρος αυτού του ύφους είναι η προπαγάνδα περί θεϊκής αποστολής, που υπερβαίνει τον πολιτικό μεσσιανισμό και φλερτάρει με τη σωτηριολογία. Υπενθυμίζω πως, μετά την απόπειρα δολοφονίας του τον Ιούλιο του 2024, η ηγεσία του προσέλαβε «θεϊκή» διάσταση· πολλοί υποστηρικτές του μίλησαν για θαύμα.
Η αμερικανική δημοκρατία παρομοιάζεται συχνά μ’ εκείνη της Βαϊμάρης — ίσως καθ’ υπερβολήν κι επειδή οι αναλυτές αντιγράφουν ο ένας τον άλλο. Ωστόσο, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε τη βαθιά κοινωνική πόλωση, τη δημαγωγία του μίσους, τη νομοθετική παράλυση, τη σύγχυση και την αμηχανία της αριστερής αντιπολίτευσης, ούτε την αποσύνδεση του Δημοκρατικού Κόμματος από την εργατική τάξη κι από την ίδια την πραγματικότητα. Σ’ όλα αυτά προστίθενται τα κοινωνικά δίκτυα, που διαχέουν παραπληροφόρηση οδηγώντας στον ολοκληρωτισμό, όπως προειδοποιούσε η Χάνα Άρεντ το 1951: «Το ιδανικό υποκείμενο της ολοκληρωτικής διακυβέρνησης δεν είναι ο πεπεισμένος ναζί ή κομμουνιστής, αλλά ο άνθρωπος που δεν μπορεί να διακρίνει μεταξύ γεγονότος και μυθοπλασίας, μεταξύ αληθινού και ψέματος». Όπως οι Ναζί χρησιμοποίησαν τις θεωρίες συνωμοσίας για να παρουσιάσουν τους Εβραίους ως επίδοξους κατακτητές του πλανήτη, έτσι και το κίνημα QAnon επενδύει στη μυθοπλασία ενός ηρωικού Ντόναλντ Τραμπ, που πολεμά το «βαθύ κράτος» για τη σωτηρία ενός «λευκού, ανώτερου» έθνους που θα κυριαρχήσει σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Ακόμα και όσοι απέφευγαν να χρησιμοποιήσουν τον όρο «φασίστας» για τον Ντόναλντ Τραμπ —λόγω της κατάχρησής του σε ιδεολογικές αντιπαραθέσεις— τείνουν σήμερα να τον αναγνωρίσουν ως προσωπικότητα με φασιστικά χαρακτηριστικά, που ικανοποιεί όλα τα κριτήρια του βεμπερικού «χαρισματικού ισχυρού άνδρα». Ωστόσο, ίσως ο όρος έχει μικρότερη σημασία από το πολιτικό διακύβευμα: τη σταδιακή αποσύνδεση των ΗΠΑ από τις διεθνείς δημοκρατικές συμμαχίες και την εγκαθίδρυση ενός προσωποπαγούς καθεστώτος. Αν αυτό το καθεστώς εξουδετερώσει τον δικομματισμό, τότε το πέρασμα στον φασισμό δεν θα είναι απλώς πιθανό, θα είναι τετελεσμένο. Προς το παρόν, βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο· αλλά, κάθε μέρα, ο Ντόναλντ Τραμπ πλησιάζει όλο και περισσότερο το αυταρχικό του όραμα, την εξουσία των δισεκατομμυριούχων, και ταυτοχρόνως περιορίζει τον διανοητικό ορίζοντα των Αμερικανών. Η πολιτική του —αν και δεν είναι απαραιτήτως «λάθος» όλα όσα κάνει— δεν επιλύει κανένα από τα προβλήματα της χώρας: ούτε τη φτώχεια του 20%, ούτε την αμορφωσιά, ούτε την ιδεολογική τρομοκρατία του woke, η οποία επιτείνει τον διχασμό, ενώ αυτοπαρουσιάζεται ως αντιφασιστική άμυνα.
Πηγή: ATHENS VOICE